Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

ΣΚΥΡΟΣ, Ιστορίες υπό τους ήχους των κουδουνιών


ΑΠΟ ΤΟ "ΜΕΝΟΥΜΕ ΕΛΛΑΔΑ"
 

http://www.youtube.com/watch?v=uQq2mMDWjBA


Άγνωστη στους πολλούς, αγαπημένη στους ξένους και τους λάτρεις της παράδοσης, η Σκύρος δεν είναι αυτό που λέμε «εύκολος προορισμός». Κι όμως, αν πρέπει να φτιάξεις μια λίστα με όλα αυτά που την κάνουν να ξεχωρίζει ανάμεσα στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, θα χαραμίσεις πολλές σελίδες, με κίνδυνο να  εκτεθείς γιατί όλο και κάτι θα έχεις ξεχάσει.

 
Αν πάλι πρέπει να διαλέξεις ένα χαρακτηριστικό της για να την περιγράψεις, θα πρέπει να ρίξεις κλήρο ανάμεσα στην αντιφατικότητα της φύσης της, στην μυστηριακή της ενέργεια, στους ευγενικούς και χαρισματικούς της ανθρώπους, στις εκατοντάδες ιστορίες που ακροβατούν στο χείλος του θρύλου, της μυθολογίας ή της πραγματικότητας. Δύσκολη περίπτωση για έναν απλό γραφιά σαν και μένα, σκέφτομαι…

 
Προσωπικά, θα την αγαπούσα με πάθος ακόμη κι αν η λίστα μου περιελάμβανε έναν και μόνο λόγο. Την Πλατεία της Αιώνιας Ποίησης. Η ομολογουμένως πρωτότυπη για τα ελληνικά δεδομένα ονοματοδοσία, οφείλεται στον ποιητή Ρόμπερτ Μπρουκ που πέθανε στο νησί σε ηλικία 28 ετών το 1915, περίοδο κατά την οποία υπηρετούσε στο Βρετανικό Ναυτικό. Η μητέρα του, σεβόμενη την επιθυμία του να αντικρύζει τον ελληνικό ήλιο ακόμη και μετά θάνατον, δεν μετέφερε την σωρό του κι έτσι ο τάφος του βρίσκεται ακόμη και σήμερα στη θέση Τρεις Μπούκες. Και κάπου εκεί, η ρομαντική ιστορία παραδίδει τα σκήπτρα στον πρώτο «θρύλο», που θέλει τον Αλέξανδρο Ιόλα να υπήρξε το μοντέλο για το άγαλμα που στήθηκε το 1931 στην πλατεία, προς τιμήν του ποιητή. Χορευτής ακόμα ο Ιόλας, φέρεται να πρόσφερε το αλαβάστρινο κορμί του στον γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο για να ενσαρκώσει ιδανικά τον ποιητή, ενώ στην επιτροπή εράνου που ανέλαβε τα έξοδα για την ανέγερση του αγάλματος συμμετείχαν μεταξύ άλλων, ο Βενιζέλος, ο Καβάφης και ο Πολίτης.   

 
Το νησί, πάντως, κρύβει πολλές τέτοιες ιστορίες, που «κλείνουν το μάτι» σε όσους αρέσκονται να μαθαίνουν το κάτι τις παραπάνω για τον τόπο που επισκέπτονται. Άλλη μια, από τα χρόνια του Τρωικού πολέμου, θέλει τον Αχιλλέα να επιλέγει την Σκύρο για να κρυφτεί, στην προσπάθεια του να αποφύγει την εμπλοκή του στο κυνήγι της Ωραίας Ελένης. Ντυμένος κορίτσι και με το εύηχο όνομα Πύρρα, αναφορά στις ξανθοκόκκινες μπούκλες του, ο Αχιλλέας κρύβεται ανάμεσα στις κόρες του βασιλιά της Σκύρου Λυκομήδη. Η… μπερμπαντιά του όμως δεν τον αφήνει να «αγιάσει» κι έτσι σύντομα αποκτά έναν γιό, τον Νεοπτόλεμο, με μια από τις πριγκίπισσες. Ο Οδυσσέας είναι αυτός που τελικά αναλαμβάνει να ξεσκεπάσει τον ημίθεο όταν, μεταμφιεσμένος σε μικροπωλητή, ανακαλύπτει την ροπή της –μεγαλόσωμης, υποθέτουμε- «κορασίδας» προς τα όπλα, έναντι των αρχαίων φρου-φρου και αρωμάτων. Και κάπως έτσι, ο καθένας παίρνει τον δρόμο του και η Σκύρος καπαρώνει από νωρίς μια θέση στην ιστορία.

 
Δεν ξέρουμε, βέβαια, αν η αποτυχημένη μεταμφίεση του Αχιλλέα, ήταν αυτή που εμφύσησε στους ντόπιους την αγάπη για το μασκάρεμα, αλλά 3.000 και κάτι χρόνια μετά, οι Σκυριανοί κερδίζουν επάξια και με την… κουδούνα τους μια θέση στα πιο ιδιαίτερα καρναβάλια της χώρας. Και φαίνονται αποφασισμένοι να την διατηρήσουν, γι’αυτό και δεν εγκαταλείπουν εύκολα τα πατροπαράδοτα έθιμα τους.

 
Αμέτι μουχαμέτι, λοιπόν, να τους μάθουμε όλοι, γι’αυτό και οι «κορέλες» και οι «γέροι» ξεκινούν από το πρώτο Σαββατοκύριακο του Τριωδίου να βολτάρουν στα στενά του νησιού, ξεσηκώνοντας το πλήθος. Ντυμένοι με μαύρες, μαλλιαρές κάπες, άσπρη βράκα και ζωσμένοι με αρκετά κουδούνια, οι «γέροι» δίνουν το σύνθημα με τα ραβδιά και το λίκνισμα της μέσης τους, για να  ξεκινήσουν τα τραγούδια. Στα πόδια τους φορούν τα παραδοσιακά «τροχάδια», χειροποίητα υποδήματα από δέρμα και λαστιχένιο πάτο φτιαγμένο από ελαστικό αυτοκινήτου-ναι, καλά διαβάσατε-, ενώ το πρόσωπου τους καλύπτουν μάσκες από προβιά γιδιού. Δίπλα τους η «κορέλα», φορώντας την παραδοσιακή σκυριανή γυναικεία φορεσιά και κουνώντας στα χέρια της το μαντήλι, ανοίγει δρόμο στον «γέρο», ενόσω εκείνος της τραγουδά αποκριάτικους σκοπούς. Από κοντά και ο «φράγκος», το τρίτο πρόσωπο της ιστορίας, υπενθυμίζει τον σατυρικό χαρακτήρα του καρναβαλιού. Ντυμένος με ευρωπαϊκό παντελόνι και με ένα μόνο κουδούνι στο πίσω μέρος της μέσης του, φυσά διαρκώς την μπουρού του και πειράζει όσους βρεθούν στο διάβα του. Η ιδιότυπη παρέα καταλήγει αργά το απόγευμα στον Ναό του Αγίου Γεωργίου για να βαρέσουν τις καμπάνες, οπότε και σημαίνει η λήξη του ασταμάτητου κουδουνίσματος. Ως την άλλη μέρα!

 
Τα δε στιχάκια που ακούγονται την ώρα της κυριακάτικης «Τράτας», έθιμο που οφείλεται μάλλον στους ψαράδες του νησιού που δεν μπορούσαν να μείνουν άπραγοι μπροστά στο καρναβαλικό ντελίριο με τις «κτηνοτροφικές» αναφορές, είναι και αυτά άκρως σατυρικά. Μάλιστα, τηρείται αρχείο με τους σκωπτικούς στίχους που μετρά 100 και πλέον χρόνια, οπότε φανταστείτε τι έχουν σούρει όλα αυτά τα χρόνια οι Σκυριανοί στους πολιτικούς και τι θα σούρουν και φέτος…

 
Όμως η Σκύρος, εκτός από την καρναβαλική της παράδοση, κρατά ζωντανές ως σήμερα και άλλες. Πρωτοστάτης και θεματοφύλακας ο Μάνος Φαλτάϊτς και το ομώνυμο μουσείο που ίδρυσε το 1964. Εκατοντάδες αντικείμενα λαϊκής τέχνης, κεραμεικά, φορεσιές, ξυλόγλυπτα και κεντήματα, συνυπάρχουν με σπάνιες εκδόσεις του 16ου αιώνα, χειρόγραφα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, και βέβαια τα 2 μεγάλα «καμάρια» του Μουσείου, την Προκήρυξη της Επανάστασης του 1821, αλλά και το έγγραφο της αποκήρυξης της από τον Πατριάρχη και τους Συνοδικούς. Επιπλέον, ακόμη κι αν δεν βρεθεί κάποιος ευγενικός Σκυριανός που θα φιλοτιμηθεί να σε προσκαλέσει στο παραδοσιακό του σπίτι, εδώ θα θαυμάσεις εκ των έσω ένα, με τους «μπουλμέδες» και τον «σταμνουστάτη» του, ότι πρέπει για να μάθεις τα απαραίτητα του σκυριανού «ζην». Για το «ευ», η επίσκεψη στα τοπικά ταβερνάκια σε έχει πείσει προ πολλού.

 
Το νησί φημολογείται ότι φιλοξενεί και 365 εκκλησάκια, που σημαίνει ότι άμα αποφασίσεις να τα γυρίσεις όλα, καλό είναι να φτάσεις εκεί δίσεκτο έτος για να ξεκουραστείς και την μία μέρα που σου αναλογεί. Αν πρέπει τώρα να επιλέξεις, πάλι στον κλήρο θα καταλήξεις. Το υπόσκαφο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στα Πουριά, που έχει λαξευτεί μες στα βράχια, ο Άγιος Γεώργιος με την θαυματουργή εικόνα του που το κύμα ξέβρασε στην ακτή, σύμφωνα με έναν ακόμα θρύλο, αλλά και το εκκλησάκι της Παναγίας της Μελικαρούς, που πήρε το όνομα του από τα μελικάρια, τα άσπρα ζουμπούλια δηλαδή που ανθίζουν ανήμερα των Εισοδίων της Θεοτόκου, είναι μερικά από δαύτα.   

 
Και επειδή 1.100 λέξεις μετά, δεν πρόκαμα να πω για τα περίφημα σκυριανά αλογάκια, που συναντάς στο οροπέδιο Άρι ή σε κτήματα των ντόπιων, για τον απίστευτο μανιταροειδή βράχο και το αρχαίο λατομείο στα Πουριά, για τα περίφημα ξυλόγλυπτα έπιπλα και τα υπέροχα κεραμικά, για την αστακομακαρονάδα, τα ψάρια, τα… ανένταχτα κατσίκια που διατρέχουν το νησί και γεμίζουν τις σκυριανές κατσαρόλες και την κοιλιά μας, τα περίφημα τεροπτάρια με τραχανά και το γλυκό του κουταλιού με τον λεμονανθό, το ίδιο το νησί που από την μια πλευρά είναι πνιγμένο στο πράσινο και από την άλλη συναγωνίζεται σε ξεραΐλα τις Κυκλάδες, κανείς δεν μπορεί να με κατηγορήσει για μεγαλόσχημη εισαγωγή. 1.100 λέξεις μετά, η λίστα μου παραμένει ελλιπής…

 
Πως θα φτάσετε:

Ακτοπλοϊκώς από την Κύμη θα χρειαστείτε περίπου 1 ώρα και 45 λεπτά, φροντίστε όμως να ρωτήσετε πρώτα για τα δρομολόγια καθώς αλλάζουν ανάλογα με την εποχή (τηλ. 22220-22020).

 
Τι θα πάρετε φεύγοντας:

Τα 'παμε αυτά! Τυρί, γλυκά του κουταλιού, κεραμικά και έπιπλα για τους πιο χουβαρντάδες.